


Το 22ο τεύχος του “Newsletter of Environmental, Disaster, and Crises Management Strategies”, που εκδίδεται υπό την αιγίδα του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών "Στρατηγικές Διαχείρισης Περιβάλλοντος, Καταστροφών και Κρίσεων" του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών είναι αποτέλεσμα μιας εποικοδομητικής συνεργασίας και ανταλλαγής γνώσεων μεταξύ γεωλόγων, σεισμολόγων, φυσικών, γεωγράφων, και πολιτικών μηχανικών της χώρας. Με γνώμονα την επιστημονική αρτιότητα και την άριστη ποιότητα, παρακολούθησαν με διάφορες μεθόδους και προσεγγίσεις τη σεισμική ακολουθία στις αρχές Μαρτίου στο βορειοανατολικό τμήμα της Θεσσαλικής πεδιάδας και τις συνοδές της επιπτώσεις, με αποτέλεσμα να χαρτογραφήσουν και να ερμηνεύσουν τα φαινόμενα. Η σεισμική ακολουθία περιλαμβάνει τον κύριο σεισμό στις 3 Μαρτίου με μέγεθος Mw=6.3 και τον σεισμό μεγέθους Mw=6.1 στις 4 Μαρτίου, που έπληξε την ίδια περιοχή.
Στο πλαίσιο του 22ου τεύχους, γίνεται αρχικά ανασκόπηση της γεωλογίας, της νεοτεκτονικής και της ενεργού τεκτονικής της πληγείσας περιοχής. Ακολουθεί ανασκόπηση της ιστορικής και πρόσφατης σεισμικότητας με όλους τους γνωστούς ιστορικούς και ενόργανους σεισμούς, που έχουν πλήξει την περιοχή αλλά και τη Θεσσαλία γενικότερα. Παρουσιάζονται τα μέχρι τώρα επιστημονικά δεδομένα για τη γένεση του σεισμού και των μετασεισμών του και για την εξέλιξη της μετασεισμικής του ακολουθίας. Αναφέρονται τα πρώτα αποτελέσματα από την επιτόπια αποτύπωση αμέσως μετά την εκδήλωση του κύριου σεισμού των πρωτογενών και δευτερογενών επιπτώσεών του στο φυσικό και στο δομημένο περιβάλλον της περιοχής. Ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί στον εντοπισμό και τη χαρτογράφηση του ρήγματος, που θεωρείται υπεύθυνο για τον κύριο σεισμό, καθώς και στα εκτεταμένα φαινόμενα ρευστοποίησης που εκδηλώθηκαν σε παραποτάμιες περιοχές και εντός των κοιλάδων των ποταμών Τιταρίσσιου και Πηνειού, που διατρέχουν την πληγείσα περιοχή. Συμπεριλαμβάνονται στην έκδοση αυτή τα πρώτα αποτελέσματα της ανάλυσης σεισμολογικών δεδομένων και δορυφορικών δεδομένων καθώς και εφαρμογής μεθόδων συμβολομετρίας για την παρακολούθηση της επιφανειακής παραμόρφωσης, που προκλήθηκε από το σεισμό, αλλά και την διαδικασία της ολίσθησης κατά τον πρώτο και το δεύτερο σεισμό.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία προέρχονται από επιστημονικές ομάδες πανεπιστημίων, οργανισμών, ινστιτούτων, κέντρων και εθνικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Ε.Κ.Π.Α.), του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), του Πανεπιστημίου Πατρών (Π.Π.), του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (Δ.Π.Θ.), του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου (Χ.Π.), του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΓΙ-ΕΑΑ), της Ελληνικής Αρχής Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ) και του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ).